Ο εμπορικός οίκος των αδελφών Ράλλη –ελληνικής οικογένειας με καταγωγή από τη Χίο– δραστηριοποιήθηκε επιχειρηματικά κατά τον 19ο και 20ό αιώνα. Ξεκινώντας από τη Σμύρνη, ο οίκος ανέπτυξε ισχυρό δίκτυο επιχειρήσεων με καταστήματα και δομές στα μεγάλα εμπορικά κέντρα (Λονδίνο, Μάντσεστερ, Λίβερπουλ, Οδησσό, Μασσαλία και αργότερα στην Καλκούτα, τη Βομβάη και τη Νέα Υόρκη). Εκτός από το εμπόριο (μετάξι, σιτηρά, βαμβάκι κ.ά.), επεκτάθηκαν στον τραπεζικό κλάδο και τη ναυτιλία. Το εταιρικό σχήμα του οίκου άλλαξε αρκετές φορές στη διάρκεια της λειτουργίας του, προσαρμοζόμενο στις εκάστοτε συνθήκες. Το 1961 η εταιρεία εξαγοράστηκε από άλλον εμπορικό όμιλο.
Η εταιρεία R. J. Moss & Co. ιδρύθηκε το 1861 από τον Βρετανό επιχειρηματία Robert Johnson Moss. Η εταιρεία ασχολήθηκε αρχικά με το εμπόριο βαμβακιού και κάρβουνου, αλλά επεκτάθηκε και στις αρχαιότητες και τη μεταφορά τους, αγοράζοντας σημαντικές συλλογές για το Βρετανικό Μουσείο κατά τη δεκαετία του 1890.
Ο Raymond Queneau (1903-1976) ήταν γάλλος λογοτέχνης και κριτικός. Εργάστηκε επί σειρά ετών για τον εκδοτικό οίκο Gallimard και διετέλεσε διευθυντής της Encyclopédie de la Pléiade (1956). Το 1960 ίδρυσε το Ouvroir de littérature potentielle (Oulipo – Εργαστήριο Δυνητικής Λογοτεχνίας). Από το 1924 και μέχρι περίπου το 1930 ήταν ενταγμένος στο κίνημα του Σουρεαλισμού.
Ο Charles H. C. Prentice ήταν ένας από τους τρεις συνεταίρους και διευθύνοντες στον εκδοτικό οίκο Chatto & Windus (οι άλλοι δύο ήταν ο Harold Raymond και ο Ian Parsons) κατά τις δεκαετίες του 1920 και 1930.
Ο λογοτέχνης William Plomer (1903-1973) καταγόταν από τη Νότιο Αφρική, αλλά σπούδασε στη Βρετανία. Έγραψε ποίηση, διηγήματα, μυθιστορήματα, βιογραφίες και λιμπρέτα. Διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τη Virginia Woolf και τον E. M. Forster.
Το Photographie Générale ήταν φωτογραφείο του Καΐρου.
Ο Hubert Octave Pernot (1870-1946) ήταν Γάλλος γλωσσολόγος με ειδίκευση στις νεοελληνικές σπουδές. Σπούδασε στο Παρίσι, όπου ήταν μαθητής του Émile Legrand και του Ψυχάρη. Δίδαξε στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού, στο οποίο έγινε καθηγητής της νεοελληνικής γλώσσας και φιλολογίας. Ήταν ο ιδρυτής (1919) και πρώτος διευθυντής του Νεοελληνικού Ινστιτούτου της Σορβόννης.